Aloe vera, οίκ. Αειριωδών (Liliaceae) ‘Αλόη η γνησία. Η ονομασία Αλόη σημαίνει δύο πράματα:
1) Γένος φυτών της ίδιας οικογένειας και
2) Μια ουσία παχύρευστη ρητινώδη πού βγαίνει από τα παχιά φύλλα διαφόρων ειδών του Γένους ‘Αλόη.
Γενικά χαρακτηριστικά των φυτών αυτών είναι: έλλειψη στελέχους.
Φύλλα παχιά, χωρίς μίσχο, που βγαίνουν κυκλικά απευθείας από τη βάση και είναι οδοντωτά. Άνθη πού βγαίνουν σε μακρύ κοτσάνι στην κορυφή, όπου σχηματίζουν στάχυ μακρύ. Ο καρπός είναι κάψουλα τριγωνική . Όλα τα είδη της ‘Αλόης είναι φυτά θερμών Χωρών. Στην Ελλάδα έχει εγκληματισθεί και καλλιεργείται ως καλλωπιστικό φυτό. Ή “Αλόη (ρητίνη) είναι διεγερτική των άτονων λειτουργιών του στομάχου, σε μικρές δόσεις (κατά της άτονης δυσπεψίας). Είναι υπακτική, χολαγωγός, σε μέτριες δόσεις. Δραστικό ευκοίλιο (καθαρτικό) και έμμηναγωγό, σε μεγάλες δόσεις. Δεν ενδείκνυται στις περιπτώσεις εγκυμοσύνης, μητρορραγίας, αιματουρίας προστατίτιδας, αιμορροΐδων. Η αλόη τέλος είναι κατά της ναυτίας (με φαρμακευτικό παρασκεύασμα).
Για τα παιδιά, μόνον με πλύσεις κατά των «οξυούρων». Χρησιμοποιείται με φαρμακευτικά παρασκευάσματα: χάπια, βάμμα 1/5 Βάμμα σύνθετο, υπόθετα. Η Αλόη χημικώς περιέχει, ρητινώδεις ουσίες και διάφορες «Αλοΐνες».
Από το βιβλίο του Ιγνάτιου ΖΑΧΑΡΟΠΟΥΛΟΥ για τα βότανα.