Παγκόσμια ημέρα αποταμίευσης σήμερα 31 Οκτωβρίου. Λίγα λόγια για την αποταμίευση.
Στην οικονομία είναι η πράξη με την οποία ένα άτομο διαθέτει μέρος του εισοδήματος του για σκοπούς άσχετους προς την άμεση κατανάλωση. Ονομάζεται επίσης αποταμίευση το αντικείμενο της αποταμιευτικής πράξης, δηλαδή το αποταμιευμένο χρήμα (ή και άλλο αγαθό). Στις πρωτόγονες οικονομίες, στις οποίες το μεγαλύτερο μέρος των ατομικών εισοδημάτων δεν έχει χρηματική μορφή, προέχει το λεγόμενο «εισόδημα σε είδος»: ο αγρότης μαζεύει και αποθηκεύει το σιτάρι την εποχή της συγκομιδής για ν’ αντιμετωπίσει τις ανάγκες της χειμερινής περιόδου, προνοώντας και για τη σπορά του επόμενου χρόνου· το πλεόνασμα της συγκομιδής των ετών αφθονίας το φυλάει για τα χρόνια της σιτοδείας κλπ. Στις πιο εξελιγμένες οικονομίες προέχει αντίθετα η λεγόμενη «χρηματική αποταμίευση», που έχει σαν αντικείμενο χρηματικά ποσά. Το εισόδημα, εισπραττόμενο από ένα άτομο με μορφή χρήματος, μπορεί να διατίθεται εκτός από την άμεση απόκτηση καταναλωτικών αγαθών ή υπηρεσιών, και για το σχηματισμό χρηματικού αποθέματος για την αντιμετώπιση απρόβλεπτων αναγκών μέχρι την επόμενη είσπραξη εισοδήματος· για το σχηματισμό ενός περισσότερο σταθερού χρηματικού αποθέματος για την απόκτηση αγαθών όχι άμεσης κατανάλωσης, αλλά για να δημιουργηθεί ένα απόθεμα τέτοιων αγαθών· για την απόκτηση πιστωτικών τίτλων· για την απόκτηση συντελεστών της παραγωγής.
Ανεξάρτητα αν δημιουργείται χρηματικό απόθεμα ή απόθεμα άλλων αγαθών, οι σκοποί της αποταμίευσης είναι δύο και μόνο: η από πριν εξασφάλιση, χρηματικών ή πραγματικών μέσων που θα μπορεί αργότερα να είναι αναγκαία για την άμεση ικανοποίηση των αναγκών (αποταμίευση για καταναλωτικό σκοπό) ή η διοχέτευση των αγαθών που αφαιρούνται από την κατανάλωση, σε μια προσοδοφόρο χρησιμοποίηση για παραγωγή νέων αγαθών και προσπορισμό νέου εισοδήματος (αποταμίευση για παραγωγικό σκοπό).
Η δεύτερη αυτή χρησιμοποίηση της αποταμίευσης η οποία αποκαλείται επένδυση, είναι κατά πολύ σημαντικότερη και μπορεί να γίνεται απευθείας από εκείνον που αποταμιεύει ή, όπως συμβαίνει σε πάρα πολλές περιπτώσεις στις σύγχρονες οικονομίες, με τη διάθεση των χρηματικών ποσών που αποταμιεύονται στους επιχειρηματίες μέσο του τραπεζικού συστήματος έναντι μετοχών ή ομολογιών. Μ’ αυτό τον τρόπο το τμήμα των εισοδημάτων που δε μεταφράζεται σε ζήτηση καταναλωτικών αγαθών μετατρέπεται σε ζήτηση κεφαλαιουχικών αγαθών ή αγαθών επένδυσης.
Επειδή προορίζεται για επένδυση, η αποταμίευση προσφέρει τις βάσεις επάνω στις οποίες στηρίζονται η παραγωγική ικανότητα και η οικονομική ισχύς μιας χώρας. Χάρη σ’ αυτή οι πρωτόγονες παραγωγικές μέθοδοι, που βασίζονται κυρίως στη χρησιμοποίηση της ανθρώπινης εργασίας, μπορεί να αντικατασταθούν από άλλες, που βασίζονται όλο και περισσότερο στη χρησιμοποίηση κεφαλαιουχικών αγαθών· έτσι διευκολύνεται η αύξηση των εισοδημάτων, που με τη σειρά της επιτρέπει μια μεγαλύτερη αποταμίευση και συνεπώς ταχύτερη οικονομική και τεχνική πρόοδο.
Η αποταμίευση αντιπροσωπεύει γι’ αυτό ένα βασικό στοιχείο της οικονομικής ανάπτυξης.
Δεν πρέπει όμως να θεωρείται ότι το σύνολο της αποταμίευσης επενδύεται και μετασχηματίζεται σε κεφάλαιο, αφού ένα μέρος του χρήματος που δεν ξοδεύτηκε για καταναλωτικές ανάγκες αντί να τεθεί στη διάθεση παραγωγών μπορεί να παραμένει αργό στα χέρια εκείνου που αποταμιεύει, δηλαδή να αποθησαυρίζεται. Η αποθησαύριση, αν και μπορεί να θεωρηθεί σαν αποταμίευση από την ατομική άποψη, κατά την αντίληψη πολλών οικονομολόγων δεν είναι σωστό να ονομάζεται αποταμίευση, από κοινωνική άποψη, αφού δεν προσπορίζει κανένα κέρδος στην παραγωγή.
Η αποθησαύριση όμως δεν είναι ο μόνος τρόπος με τον οποίο η αποταμίευση μπορεί να οδηγήσει σε δυσχέρειες: σε μια σύγχρονη εμπορευματική οικονομία, όταν η συνολική επένδυση δεν είναι ίση με την αποταμίευση, προκαλούνται βαθιές διαταραχές της οικονομικής ισορροπίας (οικονομικός κύκλος, κρίση, δυναμική οικονομική). Το ενδεχόμενο να μη συμπέσουν η αποταμίευση και η επένδυση προκύπτει από το γεγονός ότι το συνολικό ύψος τους καθορίζεται από τις αποφάσεις ποικίλων ατόμων που ωθούνται από διαφορετικά κίνητρα. Ενώ η αποταμίευση είναι ένα αρκετά σταθερό δεδομένο το οποίο εξαρτάται περισσότερο από κάθε άλλο, από το ύψος των ατομικών εισοδημάτων, οι επενδύσεις αποφασίζονται από τους επιχειρηματίες με βάση τις ασταθείς προβλέψεις για τα μελλοντικά κέρδη.
Οι διακυμάνσεις του επιτοκίου, το οποίο είναι η τιμή χρήσης της αποταμίευσης, δεν ασκούν προέχουσα επίδραση σ’ αυτές τις αποφάσεις και δεν είναι συνεπώς αρκετές για να επιφέρουν ισορροπία μεταξύ ζήτησης και προσφοράς αποταμίευσης.
Η ρυθμιστική αποτελεσματικότητα του ύψους του επιτοκίου έχει ακόμα περισσότερο περιοριστεί τα τελευταία χρόνια, από το γεγονός ότι οι επιχειρήσεις προσφεύγουν όλο και περισσότερο στην αυτοχρηματοδότηση, που εσφαλμένα ορίζεται σαν «αναγκαστική αποταμίευση», αφού τα επιχειρηματικά κέρδη επενδύονται πάλι αντί να διανεμηθούν σαν μερίσματα. Μια άλλη μορφή της λεγόμενης αναγκαστικής αποταμίευσης είναι η είσπραξη από το κράτος μέσω των φόρων ενός μέρους των ιδιωτικών εισοδημάτων που διατίθενται σε επενδύσεις.