Στρατηγός του Βυζαντίου (Θράκη 500 περίπου – Κωνσταντινούπολη 565). Υπήρξε ένας από τους μεγαλύτερους στρατιωτικούς της πρώτης βυζαντινής περιόδου. Άρχισε τη σταδιοδρομία του ως μέλος της φρουράς του Ιουστινιανού και ανέβηκε στους ανώτατους βαθμούς του στρατού όταν ο Ιουστινιανός διαδέχτηκε τον Ιουστίνο Α’ στο θρόνο του Βυζαντίου. Ως αρχηγός του στρατού νίκησε το 530 τους Πέρσες, τους φοβερότερους εχθρούς της αυτοκρατορίας. Το 532 κατάστειλε τη στάση του «Νίκα» που έγινε εναντίον του Ιουστινιανού στην Κωνσταντινούπολη. Ύστερα από την επιτυχία αυτή, ο Ιουστινιανός εμπιστεύτηκε στο Βελισάριο το έργο της ανακατάληψης του δυτικού τμήματος της αυτοκρατορίας. Ο Βελισάριος με 15.000 Έλληνες διάλυσε το βανδαλικό κράτος της Αφρικής και συνέλαβε αιχμάλωτο το βασιλιά των Βανδάλων Γελίμερο (534). Το 535 άρχισε τον πόλεμο εναντίον των Γότθων της Ιταλίας. Εισέβαλε πρώτα στη Σικελία και προχώρησε ύστερα στην ιταλική χερσόνησο. Το 539 κατέλαβε χωρίς μάχη τη Ραβέννα και συνέλαβε αιχμάλωτο το Γότθο βασιλιά Ουίτιγι που μαζί με άλλους Γότθους τον μετάφερε στην Κωνσταντινούπολη (540). Μετά την Ιταλία, ο Βελισάριος αναλαμβάνει την απελευθέρωση των βυζαντινών εδαφών από τους Πέρσες, ενώ το 544 ξαναστέλνεται στην Ιταλία όπου οι Γότθοι, αφού ανακήρυξαν νέο βασιλιά, τον Τωτίλα, άρχισαν πάλι τον αγώνα κατά των Βυζαντινών. Οι δυνάμεις που διαθέτει ο Βελισάριος είναι ανεπαρκείς και ο αγώνας σκληρός· με δυσκολία ανακαταλαμβάνει τη Ρώμη (548) που στο μεταξύ είχε καταληφθεί από τον Τωτίλα, ενώ δεν πετυχαίνει να του σταλεί άλλη βοήθεια από το Βυζάντιο. Μετά την ανακατάληψη της Ρώμης γυρίζει οριστικά στην Κωνσταντινούπολη όπου εξακολουθεί να προσφέρει τις υπηρεσίες του αποκρούοντας βουλγαρικές και σλαβικές επιθέσεις. Το 559 υπερασπίζει την Κωνσταντινούπολη από ουννικές επιδρομές. Αλλά το 562, ύστερα από κατηγορία για συμμετοχή σε συνωμοσία εναντίον του αυτοκράτορα, φυλακίζεται και δημεύεται η περιουσία του. Το 563 αναγνωρίζεται πως ήταν αθώος και απελευθερώνεται. Λίγο αργότερα πεθαίνει (565).