Γένος μακροτάρσων πτηνών της οικογένειας των Γερανιδών. Στην Ευρώπη είναι γνωστός ο γερανός ο τεφρός με ύψος περίπου 1,50 μ. και άνοιγμα πτερύγων 2,50 περίπου μ. Το σώμα του στηρίζεται σε δύο μακριά και λεπτά πόδια, που καταλήγουν σε τέσσερα δάχτυλα με νύχια· το μεγάλο δάχτυλο βρίσκεται σε ψηλότερο σημείο από τα άλλα. Το άφθονο φτέρωμα του σώματος είναι γκρίζο κι απ’ αυτό προέρχεται και το όνομά του: τεφρός. Τα ενήλικα άτομα έχουν στην περιοχή της ουράς μια πλούσια φούντα φτερά γυρισμένη προς τα κάτω. Ο γερανός είναι πολύ φιλύποπτος και δειλός, ιδιαίτερα όταν παραμένει μόνος. Τις νύχτες αποσύρεται σε τοποθεσίες απρόσιτες, ενώ την ημέρα συχνάζει σε περιοχές γενικά ελώδεις ή καλλιεργήσιμες, όπου τρέφεται κυρίως με φυτά, αλλά στην ανάγκη και με μικρά ζώα. Ο γερανός αποθέτει γενικά τρία αβγά, τα οποία επωάζονται και από τους δύο γονείς. Διαχειμάζει στη Β. Αφρική, όπου μεταναστεύει κατά τον Οκτώβριο και Νοέμβριο και επιστρέφει στην Ευρώπη στις αρχές της άνοιξης. Η μετανάστευση γίνεται κατά πολυπληθή σμήνη με μέση ταχύτητα 50 σχεδόν χιλιόμετρα την ώρα.
Στην τροπική Αφρική ζει ο γερανός ο εστεμμένος το κεφάλι του οποίου είναι σκεπασμένο με μια κουκούλα από μαύρα φτερά και η ινιακή περιοχή (πίσω από τη βάση της κεφαλής) με μια εντυπωσιακή φούντα από μεταξωτά φτερά σε κίτρινο ασημί χρώμα.
Ο γερανός της Νουμιδίας ζει σε σμήνη κοντά στις λίμνες και στα υδάτινα ρεύματα της Β. Αφρικής. Έχει κομψή εμφάνιση, φτέρωμα γκρίζο, ενώ το εμπρός τμήμα, το στήθος, ο λαιμός και η άκρη των δευτερευόντων πτητικών πτερύγων είναι μαύρα. Στις πλευρές της κεφαλής βρίσκονται δυο χαρακτηριστικές φούντες με λευκά φτερά. Το ράμφος του είναι μικρό και καστανό και τα μάτια κόκκινα. Τα πόδια του, μακριά και λεπτά, είναι μαύρα και καταλήγουν σε τέσσερα δάχτυλα, από τα οποία μόνο τα τρία ακουμπούν στο έδαφος, ενώ το τέταρτο βρίσκεται λίγο πιο ψηλά. Τρέφεται με φυτά, έντομα, μικρά θηλαστικά και φίδια. Οι αρχαίοι πίστευαν ότι ο γερανός της Νουμιδίας μιμείται τις χειρονομίες του ανθρώπου γι’ αυτό το γένος του ονομάστηκε ανθρωποειδές. Κατά τις αφηγήσεις του Ξενοφώντα οι κυνηγοί υποκρίνονταν ότι έκαναν λουτρό σ’ ένα δοχείο και μετά άφηναν εκτεθειμένα μερικά δοχεία· οι γερανοί έσπευδαν να βουτήξουν σ’ αυτά τα πόδια τους για να μιμηθούν τους κυνηγούς, οι οποίοι τους έπιαναν με αυτό τον τρόπο ζωντανούς.
Η φωτό είναι από το μουσείο του κυνηγετικού συλλόγου Ιστιαίας.