Κοινό όνομα ετήσιων ανθόφυτων που κατατάσσονται σε δύο ομάδες ποικιλιών, όρθιοι ψηλοί που προήλθαν από το είδος ταγέτης ο ορθοφυής, και κατακείμενοι, νάνοι, που προήλθαν από τον ταγέτη τον αναπεπταμένο. Και τα δύο αρχικά είδη είναι φυτά ποώδη, αυτοφυή της Νότιας Αμερικής (Μεξικό) και ανήκουν στην οικογένεια των Συνθέτων (Δικοτυλήδονα). Έχουν φύλλα επαλλάσσοντα, πριονωτά, αδενοφόρα, που μυρίζουν έντονα όταν τρίβονται· άνθη κατά κεφάλια· καρποί ξηροί και αρραγείς (αχαίνια), πεπλατυσμένοι ή πολυγωνικοί. Οι καλλιεργούμενοι κατηφέδες είναι πολύ διαδομένοι σε όλη την Ελλάδα σαν καλλωπιστικά φυτά του κήπου, της γλάστρας ή της ζαρντινιέρας. Τα άνθη τους, μονά ή διπλά, κίτρινα, πορτοκαλιά, καφέ, ή συνδυασμός αυτών, έχουν το σχήμα του γαρύφαλλου. Πολλαπλασιάζονται με σπόρο την άνοιξη και ανθίζουν όλο το καλοκαίρι. Ευδοκιμούν στις ηλιαζόμενες τοποθεσίες. Στους κήπους, οι ψηλές ποικιλίες φυτεύονται κατά ομάδες, ενώ οι νάνες σχηματίζουν ωραίες ανθισμένες μπορντούρες.