Κολχικόν το φθινοπωρινό. Βολβώδης πόα της οικογένειας των Λειριιδών ή Λιλιιδών (Μονοκοτυλήδονα). Ο βολβός έχει μέγεθος καρυδιού και χρώμα μελανωπό. Τα άνθη παρουσιάζουν προς τα κάτω έναν επιμήκη και λευκό σωλήνα, όρθιο και λεπτό, που μπαίνει κατευθείαν στο βολβό, ενώ προς τα πάνω ανοίγουν σε έξι τρυφερούς λοβούς ροζ ή ιώδεις· έχουν 6 στήμονες και 3 στύλους συνδεμένους με την ωοθήκη που βρίσκεται στο βάθος του σωληνοειδούς περιγονίου. Τα ωραία άνθη του κολχικού εκπτύσσοντα,ι κατά Σεπτέμβριο – Οκτώβριο, πριν εμφανιστούν τα φύλλα. Αντίθετα, τα φύλλα είναι ανοιξιάτικα-καλοκαιρινά, έχουν μορφή λογχοειδή και δεν ξεπερνούν τα 4 για κάθε φυτό. Από το κέντρο της τούφας των φύλλων ξεπετάγεται ο καρπός, που είναι μια κάψα ωοειδής, πράσινη και περιέχει πολλούς σπόρους. Το κ. είναι φυτό δηλητηριώδες, γιατί περιέχει κολχικίνη, ουσία αλκαλοειδή που χρησιμοποιείται στην ιατρική, για τη θεραπεία της αρθρίτιδας και για το σταμάτημα της νευραλγίας και των πόνων της φλεβίτιδας. Χρησιμοποιείται επίσης κατά τις μελέτες της κυτταρολογίας, γιατί έχει την ικανότητα να σταματά την πυρηνοτομία.
Εκτός από το κολχικό το φθινοπωρινό, η ελληνική χλωρίδα περιλαμβάνει επίσης τα είδη: κ. το παρνάσσιο, κ. το μικρανθές, κ. το γλωσσοειδές, κ. το ποικιλόχρουν, κ. το κουπάνειο κλπ.