Αδαμάντιος Κοραής
Ο Αδαμάντιος Κοραής, υπήρξε ένας από τους κορυφαίους πνευματικούς ηγέτες του νέου ελληνισμού, κορυφαίος διδάσκαλος του Γένους, άγρυπνη και ασυμβίβαστη συνείδηση. (γεν. 27 Απριλίου 1748 στη Σμύρνη – πεθ. 6 Απριλίου στο Παρίσι 1833). Γόνος εύπορης οικογένειας καταγόμενης από τη Χίο, ο Κοραής ανατράφηκε στη Σμύρνη και σπούδασε στην εκεί Ευαγγελική Σχολή, η οποία όμως τότε δεν πρόσφερε παρά «διδασκαλίαν πολλά πτωχήν, συνωδευμένην με ραβδισμόν πλουσιο- πάροχον», όπως γράφει ο ίδιος. Τη μόρφωσή του συμπλήρωσε με ποικίλα διαβάσματα στη βιβλιοθήκη που είχε κληρονομήσει από το λόγιο παππού του Διαμαντή Ρύσιο, και προπάντων με την αναστροφή και τη μαθητεία του κοντά στο φωτισμένο Ολλανδό ιερέα Βερνάρδο Keun. Ο πατέρας του Ιωάννης, έμπορος υφασμάτων στη Σμύρνη, εκτιμούσε τα γράμματα, αλλά δεν προόριζε το γιό του για λόγιο. Το 1771 τον στέλνει στο ‘Αμστερνταμ για να αναλάβει τη διεύθυνση του εκεί υποκαταστήματος της επιχείρησης. Η ολλανδική πρωτεύουσα, με το φιλελεύθερο κλίμα της, την προηγμένη κοινωνία και την υψηλή πνευματική της στάθμη, ήταν μια αποκάλυψη για το νεαρό Κοραή. Παραμελεί το εμπόριο και ρίχνεται με πάθος στη ζωή, στη μάθηση, στην τέχνη. Ο αφελής βοηθός του στο υποκατάστημα ανησυχεί και γράφει μακριά γράμματα στη Σμύρνη για τη διαγωγή του, πως είναι δοσμένος «εις ματαιότητες και ηδονές… Έχει τέσσαρας δασκάλους και μαθαίνει ολλανδέζικα, εβραϊκά, σπανιόλικα και φραντζέζικα. Μαθαίνει γεωμετρίαν και κιθάραν…» Κάθε Σάββατον βράδυ, αντί να υπάγη εις την εκκλησίαν, πηγαίνει εις την όπεραν.. τώρα επήρε άνθρωπο να του μάθη το σπαθί» (ξιφασκία). Χρεοκοπημένος στο εμπόριο, γυρίζει το 1778 στη Σμύρνη. Θέλει να ξαναφύγει όμως. Δεν μπορεί πια να ανεχθεί την τυραννία των Τούρκων και την αμάθεια των ομογενών. Το 1782 βρίσκεται στο Μονπελιέ της Γαλλίας για να σπουδάσει ιατρική. Στο μεταξύ όμως πεθαίνουν οι γονείς του και τον περισφίγγουν οικονομικές στενοχώριες. Συνεχίζει με δυσκολία τις σπουδές του χάρη στις ενισχύσεις συγγενών, τις οποίες συμπληρώνει ο ίδιος με τα μικρά κέρδη που του αφήνουν οι μεταφράσεις γερμανικών και αγγλικών ιατρικών συγγραμμάτων στα γαλλικά, καθώς και η μετάφραση μιας Κατήχησης του μητροπολίτη Μόσχας Πλάτωνα στα ελληνικά (1782). Βρίσκει συγχρόνως καιρό να συνεχίσει τις μελέτες που είχε αρχίσει στο ‘Αμστερνταμ, Ελληνες και Λατίνους συγγραφείς, νεώτερους φιλοσόφους και ιδίως το Χιουμ, τον Ελβέτιο, το Βολταίρο.
Το 1788, διδάκτωρ ήδη της ιατρικής, έρχεται στο Παρίσι, δεν έχει όμως αποφασίσει ακόμα αν θα μείνει εκεί οριστικά ή θα επιστρέψει στην πατρίδα. Η Γαλλική Επανάσταση που ξεσπάει τον άλλο χρόνο τον συνταράζει. Τη βλέπει σαν απόδειξη της αλήθειας και της δύναμης των ιδεών του διαφωτισμού. Οι προοπτικές για τη μοίρα του σκλαβωμένου ελληνισμού φωτίζονται με νέο φως. Έχει πειστεί τώρα ότι η παιδεία, η αυτοσυνείδηση, «ο φωτισμός του Γένους» είναι ο μόνος δρόμος που μπορεί να οδηγήσει στην αναστάτωσή του. Το ενθεγερτικό και διαφωτιστικό αυτό έργο θα γίνει στο εξής ο μοναδικός σκοπός της ζωής του, σκοπός τον οποίο επί σαράντα χρόνια θα υπηρετήσει με πίστη, με πάθος, θυσιάζοντας τις πιο νόμιμες χαρές της ζωής, προσωπικές φιλοδοξίες, πανεπιστημιακές έδρες, υγεία, στοιχειώδη οικονομική άνεση.
Το τεράστιο συγγραφικό του έργο και γενικά η πολυσχιδής δράση του, που συνυφάνθηκε με όλα σχεδόν τα προβλήματα του ελληνισμού της εποχής του, μπορεί να διακριθεί σε δύο κατηγορίες, στην παιδευτική και στην πολιτική.
Την προαγωγή της παιδείας – με την ευρύτατη έννοια του όρου – επιδίωξε κυρίως με τις εκδόσεις αρχαίων συγγραφέων, με τη ρύθμιση του γλωσσικού ζητήματος, με τον εκσυγχρονισμό των σχολείων και τη διάδοση του βιβλίου.
Σαν φιλόλογος εμφανίστηκε το 1798 με την κριτική έκδοση των Χαρακτήρων του Θεοφράστου. Ακολούθησαν δύο τόμοι με ιατρικές πραγματείες του Ιπποκράτη, άλλα μικρότερα έργα και από το 1805 η μνημειώδης Ελληνική Βιβλιοθήκη. Στους 17 τόμους της σειράς αυτής και στους 9 των Παρέργων ο Κοραής εξέδωσε δεκάδες καλοδιαλεγμένα – σχεδόν επίκαιρα για τους Έλληνες – έργα αρχαίων συγγραφέων, τους Λόγους του Ισοκράτη, τα Πολιτικά και τους Παραλλήλους Βίους του Πλούταρχου, τα Πολιτικά και τα Ηθικά Νικομάχεια του Αριστοτέλη, τα Γεωγραφικά του Στράβωνα, τα Απομνημονεύματα του Ξενοφώντα και ακόμα, εκτός σειράς, τις τέσσερις πρώτες ραψωδίες της Ιλιάδας. Οι εκδόσεις αυτές, με τις εύστοχες κριτικές διορθώσεις του κειμένου και με τις εκτενείς ερμηνευτικές και πραγματικές παρατηρήσεις – μνημεία πολυμάθειας και μόχθου – τον ανάδειξαν έναν από τους κορυφαίους φιλολόγους της εποχής του. Ο ίδιος όμως δεν απόβλεπε ούτε σε φιλολογικές δάφνες ούτε στη διάδοση της αρχαιομάθειας μεταξύ των Ευρωπαίων. Κύριος σκοπός του ήταν να μεταφέρει το μήνυμα των αρχαίων στους σύγχρονους Έλληνες, να τους ξυπνήσει την εθνική συνείδηση, να τους δώσει πρότυπα αρετής και φιλοπατρίας. Γι’ αυτό σε κάθε τόμο προτάσσει εκτενή προλεγόμενα (τους περίφημους Αυτοσχέδιους στοχασμούς) που αναφέρονται στα προβλήματα του σύγχρονου ελληνισμού και που συνέβαλαν όσο λίγα κείμενα στη διαμόρφωση των φιλελεύθερων φρονημάτων της γενιάς του 21. Στο γλωσσικό ζήτημα, που συζητήθηκε με πάθος τα τελευταία πενήντα χρόνια πριν από την Επανάσταση, ο Κοραής ακολούθησε μέση οδό, αντιτάχτηκε στο εξαρχαΐσμό της γλώσσας – και αντιπολεμήθηκε με σφοδρότητα από τους αρχαϊστές Νεόφυτο Δούκα, Στέφανο Κομμητά, Παναγιώτη Κοδρικά – δε δεχόταν όμως αυτούσια τη νεοελληνική δημοτική, η οποία, όπως πίστευε, έπρεπε να «καθαρισθή» και να «καλλωπισθή». Κατά τις τελευταίες δεκαετίες της ζωής του πλησίαζε όλο και περισσότερο τη δημοτική και φαίνεται ότι ήταν στιγμές που αμφέβαλλε για την ορθότητα των γλωσσικών του ιδεών: «εάν κατά δυστυχίαν είναι εσφαλμένα (όσα υπεστήριξε για τη γλώσσα)… φρονιμωτέραν άλλην συμβουλήν εις το έθνος να δώση τις δεν έχει παρά την συμβουλήν … να γράφη καθώς μιλεί, και να μη γυρεύη να σιάση την γλώσσαν οπού έλαβεν από τους γονιούς του». Όπως είπε ο Γ. Χατζιδάκης, ο Κοραής «παρέπλεε τη δημοτικήν». Δεν ήταν λοιπόν ο πατέρας της καθαρεύουσας, όπως συχνά γράφεται. η γλωσσική θεωρία και γενικά ολόκληρο το αναγεννητικό πρόγραμμα του Κοραή συμμερίστηκαν οι περισσότεροι και σπουδαιότεροι από τους τότε Έλληνες λόγιους: οι διευθυντές των καλύτερων γυμνασίων στην ελληνική Ανατολή, Βάμβας στη Χίο, Καΐρης στις Κυδωνιές, Κούμας και Οικονόμος στη Σμύρνη, ο Βαρδαλάχος στο Βουκουρέστι και στην Οδησσό, οι εκδότες του Λογίου Ερμού Κοκκινάκης και Φαρμακίδης στη Βιέννη κ.α. Ιδιαίτερη απήχηση είχε το κήρυγμά του στις ελληνικές παροικίες του εξωτερικού, ιδίως στους πολυάριθμους Χιώτες εμπόρους της Μασσαλίας, του Λονδίνου, της Τεργέστης, του Λιβόρνου, καθώς επίσης και στους κύκλους των πλούσιων ομογενών της Ρωσίας, τους Ζωσιμάδες, τον Καπλάνη, το Βαρβάκη. Κινητοποιώντας με την πυκνή αλληλογραφία του το ευρύτατο αυτό δίκτυο λόγιων και εμπόρων ο Κοραής πέτυχε όσα μόνο από ένα συγκροτημένο υπουργείο παιδείας μπορούσε ίσως να περιμένει κανείς, τον εκσυγχρονισμό των διδακτικών μεθόδων, τον πλουτισμό των σχολικών προγραμμάτων με σύγχρονες γνώσεις, την επιμόρφωση δασκάλων, την ίδρυση νέων σχολείων, τον εξοπλισμό τους με πειραματικά όργανα φυσικής και χημείας,τη συγγραφή νέων διδακτικών βιβλίων, την από στολή δεκάδων υποτρόφων στο εξωτερικό, την αθρόα μετάφραση ξένων συγγραμμάτων, τη χρηματοδότηση εκδόσεων, την ίδρυση βιβλιοθηκών και τυπογραφείων και προπάντων τη μετάδοση του ενθουσιασμού και της πίστης του στην επικείμενη πνευματική ανάσταση του Γένους.
Η πολιτική του δράση, που εμπνέεται από το φιλελεύθερο πνεύμα του διαφωτισμού και τις δημοκρατικές αρχές της Γαλλικής Επανάστασης, αρχίζει το 1798, όταν ο Ναπολέων έχει ήδη καταλάβει τα Επτάνησα και εκστρατεύει στην Αίγυπτο. Ο Κοραής θεωρεί την ευκαιρία αυτή μοναδική για τους Έλληνες. Δημοσιεύει τότε την Αδελφική Διδασκαλία για να χτυπήσει τον εθελόδουλο συγγραφέα (Αθανάσιο Πάριο) της Πατρικής Διδασκαλίας, που κρυμμένος πίσω από το όνομα του πατριάρχη Ιεροσολύμων Ανθίμου, καλούσε τους Έλληνες να αγνοήσουν «το καινοφανές δόγμα της ελευθερίας» και να παραμείνουν πιστοί ραγιάδες του σουλτάνου. Αργότερα, με τα φυλλάδια Άσμα πολεμιστήριον Σάλπισμα πολεμιστήριον και το διάλογο Τι πρέπει να κάμωσι οι Γραικοί εις τας παρούσας περιστάσεις (1805), ο Κοραής παρακινεί τους Το εξώφυλλο και η πρώτη σελίδα του φυλλαδίου «Σάλπισμα πολεμιστήριον», που δημοσίευσε ο Κοραής σε δεύτερη έκδοση, λίγους μήνες μετά την έκρηξη της Ελληνικής Επανάστασης. Η πρώτη έκδοση του 1801, είχε κυκλοφορήσει στην Αίγυπτο, ως ύμνος των Ελλήνων που πολέμησαν εκεί μαζί με τους Γάλλους. Ο Κοραής καλούσε τότε τους Έλληνες να μη χάσουν την ευκαιρία αυτή, αλλά να βοηθήσουν ένοπλα τους Γάλλους δημοκρατικούς. Η ένδειξη «Εν Πελοποννήσω» δεν είναι αληθινή όπως και η ένδειξη Εν Αλεξανδρείας της πρώτης έκδοσης. Κω οι δύο εκδόσεις έχουν τυπωθεί στο Παρίσι.Έλληνες να συμπράξουν στις πολεμικές επιχειρήσεις των Γάλλων κατά των Τούρκων. Στο μεταξύ, το 1803, τυπώνει το κείμενο μιας διάλεξης που είχε κάνει στο Παρίσι, Memoires sur Vetat actuel de la civilisation dans la Grece.δοκίμιο αυτό, που είναι η πιο εμπεριστατωμένη έκθεση περί της προεπαναστατικής Ελλάδας, είχε τεράστια απήχηση στους κύκλους των Ευρωπαίων διανοούμενων και συνέβαλε όσο λίγα κείμενα στην ανάπτυξη του φιλελληνισμού.
Η Επανάσταση του 1821 τον αιφνιδίασε. Πίστευε ότι μόνο γύρω στο 1850 οι Έλληνες θα ήταν ώριμοι να εξεγερθούν κατά των τυράννων τους και να συστήσουν ευνομούμενο κράτος. Μια και το έθνος όμως εξεγέρθηκε, ο Κοραής παραμέρισε τις επιφυλάξεις του και αφιέρωσε όλες του τις δυνάμεις στην ευόδωση του Αγώνα. Όπως έγραφε άλλωστε και ο ίδιος «το θηκάρι ερρίφθη πλέον μακριά και το σπαθί δεν θα ξαναεισέλθη». Φοβόταν όμως ότι μετά την εκδίωξη των Τούρκων δε θα βρεθεί ντόπια πολιτική ηγεσία ικανή να αξιοποιήσει τα απαράμιλλα στρατιωτικά κατορθώματα του Αγώνα. Από τους πρώτους ήδη μήνες της Επανάστασης προβλέπει με μαντική σχεδόν δύναμη ότι οι επαναστατημένοι Έλληνες, μη όντας ικανοί να ομονοήσουν και να αυτοδιοικηθούν, θα αναγκαστούν τελικά να ζητήσουν την «προστασία» κάποιας μεγάλης δύναμης ή να δεχτούν κάποιον αλλοεθνή βασιλιά, όργανο των ξένων και πυρήνα, γύρω από τον οποίο θα συγκεντρωθούν όλα τα αντιδημοκρατικά στοιχεία: οι Φαναριώτες «τουρκοπρίγκηπες», οι Επτανήσιοι «ψωροάρχοντες».Τους κινδύνους αυτούς επισημαίνει στις αλλεπάλληλες εγκυκλίους του προς τους Έλληνες, σε υπομνήματα και εκατοντάδες επιστολές προς πολιτικούς, καπεταναίους, προκρίτους και προπάντων στις μνημειώδεις, για το φιλελεύθερο πνεύμα τους, Σημειώσεις, στο πρόσωρινό Σύνταγμα της Ελλάδας του 1822. Ο αγώνας του δεν ευοδώθηκε. Το 1825 η ελληνική κυβέρνηση ζητά την αγγλική «προστασία και αρχίζει να προσανατολίζεται στην αποδοχή ξένου ηγεμόνα ως βασιλιά της Ελλάδας. Προσπαθώντας να περισώσει ό,τι είναι ακόμα δυνατό Κοραής δημοσιεύει τότε τους δύο διάλογους Περί των ελληνικών συμφερόντων και με τους οποίους εξορκίζει τους Έλληνες να δεσμεύσουν τουλάχιστον τον επίδοξο βασιλιά της Ελλάδας με ένα φιλελεύθερο Σύνταγμα.
Η κάθοδος του Καποδίστρια έδωσε νέα τροπή στα πράγματα. Δύσπιστος αρχικά απέναντι του ο Κοραής – οι τίτλοι ευγενείας, κάθε τι που προερχόταν από το περιβάλλον του τσάρου του προκαλούσαν σχεδόν αλλεργία – πρόθυμος όμως να τον βοηθήσει, ιδίως από τότε που τον γνώρισε προσωπικά και πείστηκε για τις ικανότητες και τις καλές του προθέσεις. Αργότερα όμως, όταν πληροφορήθηκε την αυταρχική πολιτεία του κυβερνήτη, την απροσχημάτιστη παραβίαση του συντάγματος, την επιβολή λογοκρισίας κλπ., ο Κοραής εξαγριώνεται. Δημοσιεύει τα δύο φυλλάδια Τί συμφέρει εις την ελευθερωμένην από Τούρκους Ελλάδα να πράξη, δια να μη δουλωθή εις χριστιανούς τουρκίζοντας (1830 – 1831), με τα οποία καταγγέλλει τον Καποδίστρια σαν τύραννο, όργανο του τσάρου, και καλεί τους Έλληνες σε ένοπλη εξέγερση. Για τη στάση του αυτή επικρίθηκε σαν στερούμενος «ρεαλισμού». Πράγματι ο Κοραής ήταν ανίκανος να καταλάβει τις εφήμερες σκοπιμότητες. Στάθηκε πάντα ένας αγνός δημοκράτης, ένα ακέραιος άνθρωπος, μια συνείδηση άγρυπνη και ασυμβίβαστη.