Ψάρι τελεόστεο (morone labrax ή dicentrarchus labrax) της οικογένειας των Σερρανιδών, της τάξης των περκόμορφων. Έχει μέσο μήκος 70 περίπου εκ. και ζυγίζει από 10 ως 14 κιλά. Κολυμπά ταχύτατα και είναι αδηφάγο, γι αυτό ονομάζεται και λύκος, αν και το όνομα αυτό χρησιμοποιείται κανονικά για ένα άλλο περκόμορφο, τον ανάρριχο το λύκο (anarhichas lupus), που ανήκει σε άλλη οικογένεια. Το λαβράκι, που ψαρεύεται για το εύγευστο κρέας του, είναι διαδομένο στον ανατολικό Ατλαντικό, από τη Νορβηγία ως το Μαρόκο, και στη Μεσόγειο. Κατά την περίοδο της αναπαραγωγής παραμένει στα παράκτια νερά. Ένα παρόμοιο είδος, που έχει όμως μήκος μόνο 40 περίπου εκ., είναι το στικτό λαβράκι (dicentrarchus punctatus), που έχει πάρει το όνομα αυτό γιατί στα πλευρά του έχει πολυάριθμα μαύρα στίγματα. Στις ελληνικές θάλασσες απαντιέται κυρίως το είδος που ονομάζεται λύκος, που ζει στις ακτές ή στις λιμνοθάλασσες, όπως π.χ. του Μεσολογγίου.