Αρχαία θεότητα των Αρίων. Η ινδική (βεδική) θρησκεία τον ανέβασε σ’ έναν από τους σπουδαιότερους θεούς του πανθέου της, ενώ στην Περσία, ο ζωροαστρισμός τον κατάταξε, όπως και τις άλλες θεότητες, στην τάξη των δαιμόνων. Με την πάροδο του χρόνου όμως ο ζωροαστρισμός τον δέχτηκε ως υπέρτατο άγιο (γιαζάτα), στον οποίο «ο ‘Αχουρα Μάζντα (Ωρομάσδης) ανάθεσε την εποπτεία του κόσμου». Αλλά πολύ γρήγορα, λόγω και μερικών αρχικών ουρανικών χαρακτήρων, ο Μίθρας ταυτίστηκε με τον Ήλιο που «εποπτεύει του κόσμου» από τον ουρανό. Ο Μίθρας απόκτησε εξάλλου το χαρακτήρα «σωτήρα», προστάτη της ανθρωπότητας, που φρόντιζε για τις καθημερινές ανάγκες των ανθρώπων και μετά το θάνατο τους συνόδευε στο τελευταίο ταξίδι, νέα αυτή μορφή του θεού ξεπέρασε τα όρια της μαζδαϊκής θρησκείας και με την περσική διασπορά διαδόθηκε στον ελληνιστικορωμαΐκό κόσμο ως αυτόνομη θεότητα, γύρω από την οποία δημιουργήθηκε μια νέα θρησκευτική μορφή, τα μυστήρια του Μίθρα. Εδώ ο Μίθρας πήρε το όνομα του «Αήττητου Ηλίου» και τιμήθηκε ως δημιουργός ή συντηρητής της τάξης του κόσμου, ύστερα από το φόνο ενός κοσμικού ταύρου από τον οποίο προήλθε το αγαθό μέρος της φυσικής και ανθρώπινης πραγματικότητας. Ο φόνος του ταύρου (ταυροκτονία), που απεικονίζεται συχνά στα μιθραϊκά μνημεία, αποτελούσε επίσημη θυσία κατά τη λατρεία του Θεού.