Στη συμβολή τριών ποταμών η Αδριανούπολη, του Έβρου, του Άρδα και του Τούντζα, φορτωμένη με το βάρος του μύθου – ότι εδώ, σ’ αυτόν τον τόπο, είχε έρθει ο Ορέστης, για να απαλλαγεί οριστικά από τις Ερινύες, σύμφωνα με το χρησμό- αλλά και με τη φήμη – ότι εδώ , σ’ αυτόν τον τόπο, γιατρεύτηκε ο Ρωμαίος Αυτοκράτορας Αδριανός από δύσκολη και βαριά αρρώστια, δίνοντας τιμητικά στην πόλη το όνομά του- πέρα από τα άλλα πολλά και γοητευτικά που διαθέτει για τον επισκέπτη της, απέχοντας λίγα μόλις χιλιόμετρα από τα ελληνικά σύνορα και την Ορεστιάδα, προσφέρει μια μοναδική εμπειρία, την επίσκεψη σ’ ένα μουσείο εξαιρετικό ως σύλληψη αλλά και ως πραγμάτωση.
Το Μουσείο Υγείας της Αδριανούπολης βραβεύτηκε με το πρώτο βραβείο ανάμεσα σε 60 άλλα αντίστοιχα ευρωπαϊκά μουσεία, δικαιώνοντας μετά την επίσκεψη τη διάκρισή του.
Στην εποχή του Σουλτάνου Βαγιαζήτ του Β’, και με παρότρυνση του Έλληνα Γιατρού της Πύλης Στέφανου Καραθεοδωρή, χτίζεται στα 1488 ένα συγκρότημα κτιρίων που διαθέτει νοσοκομείο, ιατρική σχολή, τζαμί, φτωχοκομείο, σ’ έναν τόπο που οι κάτοικοί του τον ονομάζουν «κοιλάδα των αηδονιών και των ρόδων».
Μπαίνοντας στο κτιριακό συγκρότημα, που αποπνέει από τη μια την αίσθηση μιας μοναδικής γαλήνης κι από την άλλη την αίσθηση μιας σοφής δόμησης, ως προς τη λειτουργικότητά του, εντυπωσιάζεσαι από την «καρδιά» του, έναν πανέμορφο κήπο, όπου με επιμέλεια και τρυφερότητα υπάρχουν στα δέντρα του φωλιές φτιαγμένες από ανθρώπινο χέρι, για ν’ απαγκιάζουν τα πουλιά, ενώ γύρω του είναι χτισμένοι συμμετρικά οι χώροι που εξυπηρετούν τις πολλαπλές ανάγκες και τους στόχους ενός τέτοιου σύνθετου αρχιτεκτονήματος.
Οι πρώτες αίθουσες κάνουν αναφορά στην Ιατρική και τις μεθόδους της την εποχή που χτίστηκε το συγκρότημα, σε γκραβούρες ιδιαίτερα ενδιαφέρουσες, που αποτυπώνουν τρόπους και εργαλεία, που χρησιμοποιούσαν στη θεραπευτική πορεία, χωρίς να αγνοείται η επίδραση του Βυζαντίου σ’ όλα αυτά, η οποία ήταν όχι μόνο καθοριστική, αλλά η βάση της όλης ιατρικής υποδομής, αφού οι Οθωμανοί ήταν λαός πολεμικός και ήταν φυσικό να μην τη διαθέτουν.
Παλιά φιαλίδια για φάρμακα και εργαλεία Χειρουργικής ή γενικά εργαλεία Ιατρικής, τα περισσότερα σύγχρονα, κατασκευασμένα με βάση τις γκραβούρες, εντυπωσιάζουν καθώς εκτίθενται σε γυάλινες προθήκες και πληροφορούν τον επισκέπτη για τη χρήση τους αλλά και για την ιατρική πορεία, σε δύο γλώσσες, Τουρκικά και Αγγλικά.
Καθώς κινείσαι από τα δεξιά προς τα αριστερά, συναντάς τις αίθουσες διδασκαλίας της Ιατρικής Σχολής και τους ξενώνες των φοιτητών.
Εκείνο που εντυπωσιάζει σε κάθε αίθουσα είναι όχι η διάταξη του χώρου και τα αντικείμενα, που αποτυπώνουν πιστά την εποχή, αλλά η παρουσία προσώπων που αποδίδονται ολοζώντανα με τη μορφή κέρινων ομοιωμάτων.
Δάσκαλοι και φοιτητές στις αίθουσες παραδόσεων και πιο πέρα γιατροί και ασθενείς, σε χωριστές αίθουσες η κάθε ασθένεια, ανάλογα με την κατηγορία στην οποία ανήκει, σε υποδέχονται προκαλώντας αισθήματα έκπληξης και θαυμασμού, με τις κινήσεις των σωμάτων και τις εκφράσεις των προσώπων.
Ο πόνος ή η ψυχική ένταση των ασθενών, η αυτοσυγκέντρωση ή η επιδεξιότητα στις κινήσεις των γιατρών, αποδίδονται με μια καταπληκτική ικανότητα αυτών που κατασκεύασαν τα κέρινα ομοιώματα.
Γυναικολογικές περιπτώσεις, ορθοπεδικές, χειρουργικά περιστατικά, ψυχικές ασθένειες, όλα αποδίδονται με τέτοια πειστικότητα, που σε υποβάλλουν!
Και στο κέντρο του συγκροτήματος η αίθουσα των μουσικών, πίσω από το σιντριβάνι, που ο ήχος των νερών του έσμιγε με τους ήχους της ανατολίτικης μουσικής, με χρώματα έντονα βυζαντινά και αραβικά!
Ακόμη και τώρα σε υποδέχονται διακριτικά, σε πολύ χαμηλή ένταση, οι αργόσυρτοι ανατολίτικοι ήχοι, που από τη φύση τους, καθώς κυλούν σ’ ένα ανάλογο ατμοσφαιρικό περιβάλλον, δεν μπορούν παρά να σε μεταφέρουν σε κείνο το μακρινό παρελθόν.
Ορχήστρα δέκα μουσικών, ο καθένας στο όργανό του, με την ανάλογη έκφραση της μέθεξης στη μαγεία της μουσικής, πρόσφεραν διαφορετικούς μουσικούς «δρόμους» για κάθε είδους αρρώστια. Πίστευαν –κάτι που ισχύει και σήμερα με τη μουσικοθεραπεία για τις ψυχικές ασθένειες- πως πέρα από τις άλλες επιδράσεις των ιατρικών τους μεθόδων, αυτοί οι δύο ήχοι, ο ήχος του νερού και της μουσικής, ήταν εξαιρετικά ευεργετικοί σ’ όλες τις περιπτώσεις.
Βαδίζοντας πάντα δεξιά, βλέπεις τους βοηθητικούς χώρους, που στήριζαν ένα τέτοιο οικοδόμημα και τους στόχους του, στόχοι που ήταν πέρα από επιστημονικοί και κοινωνικοί, αφού, όπως αναφέρουν οι πηγές, η ιατρική φροντίδα παρέχονταν στους ασθενείς δωρεάν.
Τεράστια καζάνια για τη σίτιση ή για το βράσιμο των ρούχων – επιδιώκοντας την καλύτερη δυνατή απολύμανση- αποθήκες γεμάτες τρόφιμα, μια ζωντανή κυψέλη εντυπωσιακής οργάνωσης, με διάθεση προσφοράς στον πάσχοντα άνθρωπο, σχεδόν εξακόσια χρόνια πριν.
Και φυσικά, δίπλα χτισμένο το τζαμί – παρηγοριά για κάθε πιστό η θρησκεία του, όπου κι αν ανήκει, ιδιαίτερα όταν αντιμετωπίζει την αρρώστια και το θάνατο- να αντηχεί ακόμη και τώρα από τη φωνή του μουεζίνη, που ξεχύνεται πάνω από τα ψηλά δέντρα ενός δεύτερου βαθύσκιωτου κήπου.
Στην «κοιλάδα των ρόδων και των αηδονιών» δεν ακούσαμε εκείνη τη μέρα που επισκεφτήκαμε το μουσείο αηδόνια, δεν ήταν η ώρα τους. Είχαμε όμως την αίσθηση πως υπήρχανε γύρω μας.
Είναι σίγουρο πως ο χώρος, που αξιοποιήθηκε με τον καλύτερο τρόπο από το Πανεπιστήμιο της Αδριανούπολης, παίρνοντας τη συγκεκριμένη τωρινή του μορφή, υπήρξε για την εποχή του μια όαση στην έρημο του ανθρώπινου πόνου, και για τον επισκέπτη της εποχής μας μια υπενθύμιση πως η φύση είναι με τις διάφορες μορφές της ένα από τα δυνατότερα φάρμακα για την αρρώστια και τον πόνο.