Ο Φάρος της Αλεξανδρούπολης είναι το σήμα κατατεθέν, το ναυτικό σύμβολο της πόλης που όταν πρωτοκατοικήθηκε, στα μέσα του 19ου αιώνα ήταν ακριβώς αυτό: μια ναυτική πολιτεία με ένα ολοκαίνουριο λιμάνι, πάνω στην πορεία των πλοίων που έμπαιναν στο Βόσπορο από τη Μεσόγειο. Η κατασκευή ενός φάρου κρίθηκε απαραίτητη και ξεκίνησε γύρω στα 1850, από την Γαλλική Εταιρεία Φάρων και Φανών της Μεσογείου.
Ο φάρος της Αλεξανδρούπολης εγκαινιάστηκε την 1η Ιουνίου 1880 και από τότε λειτουργεί χωρίς διακοπή. Έχει ύψος 18 μέτρα και για να φτάσει κανείς στον θάλαμο του φανού, στην κορυφή του, χρειάζεται να ανέβει τα 98 σκαλοπάτια με τα έξι πλατύσκαλα, όσα και τα παράθυρα που έχει για να φωτίζεται το εσωτερικό του. Βρίσκεται δυτικά του λιμανιού και χτίστηκε πάνω σε κυλινδρικό βάθρο – το συνολικό του ύψος από την επιφάνεια της θάλασσας είναι 27 μέτρα, κάτι που δίνει στην φωτεινή του δέσμη του Φάρου της Αλεξανδρούπολης την δυνατότητα να είναι ορατή από απόσταση 24 ναυτικών μιλίων (περίπου 44 χιλιόμετρα). Αρχικά λειτουργούσε με ασετιλίνη και στην συνέχεια με πετρέλαιο πυρακτώσεως.
Το 1974 ο φάρος της Αλεξανδρούπολης συνδέθηκε και λειτουργεί με ηλεκτρικό ρεύμα, ενώ το 2002 εφοδιάστηκε με ηλεκτρολογικό εξοπλισμό τελευταίας τεχνολογίας. Γύρω από τον φανό, στην κορυφή του φάρου της Αλεξανδρούπολης, περιστρέφεται ένας κοίλος καθρέφτης που στέλνει το φως στα τοποθετημένα γύρω του πρίσματα – μια διαδικασία που γινόταν με βάση τα αντίβαρα και τις τροχαλίες που φρόντιζε ο φαροφύλακας για πολλά χρόνια. Το στίγμα του φάρου είναι 40ο 50΄ 07΄΄ βόρειο, 25ο 52΄ 05΄΄ ανατολικό, ενώ λειτουργεί με τρεις λευκές αναλαμπές κάθε 15 δευτερόλεπτα.
Η Υπηρεσίας Φάρων έχει αναλάβει σήμερα την λειτουργία του φάρου της Αλεξανδρούπολης, ενώ στην είσοδό του θα δείτε μια μαρμάρινη πλάκα με το ιστορικό του, που τοποθετήθηκε εκεί το 1994, από το Σύλλογο Αρχαιόφιλων και Πολιτιστικής Κληρονομιάς Ν. Έβρου.