Γιος του Αντίοχου στρατηγού του Φίλιππου Β’ της Μακεδονίας, ιδρυτή της Αυτοκρατορίας των Σελευκιδών (312π.Χ. – 64 π.Χ.)
Γεννήθηκε το 358 π.Χ. ή 353 π.Χ. αρχαία Ευρωπό (Νομό Κιλκίς) και πέθανε το 281 π.Χ. Το 334 ήταν ήδη στο πλευρό του Μεγάλου Αλέξανδρου στην εκστρατεία της Ασίας. Μετά το θάνατο του βασιλιά, το 323 π.Χ. έγινε αρχηγός του ιππικού, αλλά δύο χρόνια αργότερα, παίρνοντας μέρος στη συνωμοσία εναντίον του Περδίκκα με τη νέα διανομή της αυτοκρατορίας πήρε τη σατραπεία της Βαβυλωνίας. Όταν ξέσπασε ο πόλεμος μεταξύ του Αντίγονου και του Ευμένη, αν και ο Σέλευκος είχε πάρει θέση με το μέρος του πρώτου, δέχτηκε επίθεση του Αντίγονου μέσα στην ίδια τη Βαβυλωνία και αναγκάστηκε να φύγει στην Αίγυπτο, όπου για τρία χρόνια ήταν στην υπηρεσία του Πτολεμαίου Λάγου. Έπειτα όμως από τη νίκη της Γάζας πήρε από τον Πτολεμαίο ένα μικρό σώμα στρατού με το οποίο κατόρθωσε να ξαναπάρει τα εδάφη που είχε χάσει και τα οποία μεγάλωσε κατόπιν με την κατάκτηση της Σουσιανής και μεγάλου μέρους της Μηδίας. Από την εποχή εκείνη (312 π.Χ.) ιδρύθηκε ουσιαστικά το κράτος των Σελευκιδών.
Το 306 ο Σέλευκος, όπως και οι άλλοι διάδοχοι, πήρε τον τίτλο του βασιλιά. Το 301, μαζί με το Λυσίμαχο, νίκησε τον Αντίγονο στην Ιψό και προσάρτησε όλες τις ασιατικές κτήσεις του, εκτός από τη Φρυγία που περιήλθε στο Λυσίμαχο. Η κατάληψη της Κοίλης Συρίας από τον Πτολεμαίο τον ώθησε να συνεργαστεί για σύντομο διάστημα με το Δημήτριο Πολιορκητή, γιο του Αντίγονου, αλλά ήδη το 294 η εύθραυστη συμμαχία διαλύθηκε, και όταν το 288 ο Δημήτριος αποβιβάστηκε στην Ασία στην προσπάθειά του να ξαναπάρει τις παλιές πατρικές κτήσεις, ο Σέλευκος τον νίκησε και τον έπιασε αιχμάλωτο, για να τον σκοτώσει ίσως αργότερα. Το 281 διαλύθηκε και η συμμαχία του με το Λυσίμαχο, και ο τελευταίος νικήθηκε και σκοτώθηκε στη μάχη του Κύρου Πεδίου από το Σέλευκο ο οποίος προσάρτησε τα εδάφη του και ετοιμαζόταν να εισβάλει στη Μακεδονία. Αλλά στη Λυσιμάχεια σκοτώθηκε από τον Πτολεμαίο Κεραυνό το 281 π.Χ.