Ελληνας φιλόσοφος, γεννήθηκε στους Σόλους ή στην Ταρσό της Κιλικίας μεταξύ 281 και 277 και πέθανε στην Αθήνα μεταξύ 208 και 204 π.Χ.). Ανήκε στην παλιά φάση του στωικισμού, του οποίου μπορεί να θεωρηθεί ο πραγματικός θεωρητικός. Οι αρχαίοι του απέδιδαν ως 705 συγγράμματα και θαύμαζαν τη διαλεκτική ικανότητά του.
Σύμφωνα με τις γενικές αρχές του στωικισμού, για το Χρύσιππο υπάρχει μόνο ο ενσώματος κόσμος, που γίνεται αντιληπτός στις αισθήσεις μας με την άπειρη πολλαπλότητα και ποικιλία των διάφορων σωμάτων. Αυτά είναι τα μόνα αντικείμενα της γνώσης μας, που γίνονταν κατανοητά με τις «καταληπτικές παραστάσεις» στις οποίες, κατά το στωικισμό, έγκειται το κριτήριο της αλήθειας. Τα πρωτεία, ανάμεσα σε όλα τα σώματα, ανήκουν στο ανθρώπινο σώμα, του οποίου γνώση αποκαλύπτει την υπεροχή της λογικής και του σοφού που την κατακτά. Η μορφή του σοφού τοποθετείται έτσι στο προσκήνιο της φιλοσοφίας του Χρύσιππου, όπου η ηθική κατέχει την πρώτη θέση σε σχέση με τα δύο άλλα μέρη (λογική και φιλοσοφία της φύσης) στα οποία χωρίζεται η στωική φιλοσοφία καν γενικά όλη η ελληνιστική φιλοσοφία. Στην καθαρή λογική ζωή του, στην κατοχή της γνώσης που πετυχαίνει, ο σοφός είναι ο μόνος πραγματικά ευτυχισμένος: υπέρτατο αγαθό είναι επίσης η αρετή, δηλαδή η ενάρετη πράξη (και όχι η απλή σκέψη, όπως στον Πλάτωνα), που προέρχεται από τη γνώση, και το αντίθετό της είναι το χειρότερο κακό. Ό,τι δεν είναι ούτε καλό ούτε κακό (ζωή, θάνατος, υγεία και αρρώστια, ομορφιά και ασχήμια κλπ.) θεωρείται «αδιάφορο» και ο σοφός δεν ασχολείται με αυτό.
Οι ορέξεις και οι σωματικές επιθυμίες περιορίζονται τελείως και μεταξύ αρετής και κακίας δεν υπάρχει διάμεση κατάσταση (αν και μερικές φορές ο Χρύσιππος προσπαθεί να αμβλύνει τον αυστηρό αυτό δυϊσμό εισάγοντας τη ν έννοια του «αρμόζοντος»). Επομένως η ευτυχία υπάρχει στην αρετή και η αρετή στο να ζει κανείς σύμφωνα με τη φύση, δηλαδή σύμφωνα με τη λογική («λόγο»). Αυτή, σύμφωνα και με τη θεωρία του Ηρακλείτου, νοείται υλιστική σαν φωτιά που μετατρέπεται στα διάφορα στοιχεία, αρχή ενός συνηθισμένου κόσμου και ενός «λογικού ζώου». Αλλά ο κόσμος είναι καταδικασμένος να καταστραφεί σε μια παγκόσμια ανάφλεξη για να ξαναγεννηθεί έπειτα ο ίδιος: όλα επομένως είναι ρυθμισμένα από το γεγονός (κατά συνέπεια είναι δυνατό να προβλεφθεί το μέλλον) και αυτό νοείται ως πρόνοια και εγγύηση του καλού. Αυτό όμως δεν αποκλείει το ότι έπειτα ο Χρύσιππος βρίσκεται μπροστά στην ανυπέρβλητη δυσκολία να συμβιβάσει την αιτιοκρατία αυτή με εκείνη την ελευθερία της θέλησης που υποστήριξε με πάθος και χωρίς την οποία η ίδια η έννοια του σοφού δε θα μπορούσε να είχε καμιά αξία ιδεώδους.